Ένα από τα λιγότερο γνωστά και αναλυμένα στρατηγικά/τακτικά στοιχεία είναι το κεντρικό χτύπημα. Η έννοια του κεντρικού χτυπήματος αναφέρεται στην απρόσμενη προώθηση κεντρικού ή κεντρικών πιονιού-ών, η οποία διαταράσσει προσωρινά τη θέση. Στόχος της είναι η καταστροφή ή η κυριαρχία επί του αντίπαλου κέντρου πιονιών ή γενικά μίας αντίπαλης αλυσίδας πιονιών.

Το στοιχείο του κεντρικού χτυπήματος είναι βραχυπρόθεσμου τύπου και, ενώ αρχικά δημιουργεί συσσώρευση δυναμικών συνεχειών, τελικά καταλήγει σε παγιωμένες καταστάσεις, μετά τις αναμενόμενες εκκαθαρίσεις στο κέντρο.

Με δεδομένο το γεγονός ότι η κατάσταση στο κέντρο είναι το βασικό σημείο προσδιορισμού των σχεδίων και των δύο αντιπάλων, η βίαιη αυτή μετάλλαξή του, είναι δυνατόν να επαναπροσδιορίσει παγιωμένες καταστάσεις ή να ανατρέψει ριζικά την εκτίμηση της θέσης.

Συχνά, έχει παρατηρηθεί ότι με την εκτέλεση του κεντρικού χτυπήματος η αντίπαλη πλευρά τελεί προσωρινά σε κατάσταση σοκ., καθώς η βίαιη αυτή προσπάθεια αναδιάρθρωσης της δεδομένης κατάστασης δημιουργεί αφόρητη ψυχολογική πίεση .

Το θέμα του κεντρικού χτυπήματος δεν αποδίδεται εύκολα με κανόνες και σχέδια. Δεν το συναντάμε συχνά και οι ιδιαιτερότητές του είναι μοναδικές σχεδόν για κάθε παρτίδα. 

Από το βιβλίο του Στράτου Γρίβα "Σκακιστική Προπόνηση"

Το στρατηγικό πλεονέκτημα του καλύτερου αξιωματικού εναντίον κατώτερου ίππου χαρακτηρίζεται από την τοποθέτηση των πιονοδομών των δύο αντιπάλων.

Συγκεκριμένα, ο αξιωματικός είναι ανώτερος του ίππου, όταν απουσιάζουν τα πιόνια από το κέντρο, αλλά συνάμα υπάρχουν και στις δύο πτέρυγες. Επίσης, καλό για τον αξιωματικό είναι η τοποθέτηση των αντίπαλων πιονιών στο χρώμα όπου κινείται, καθώς μπορεί να τους επιτεθεί. Αντίστοιχα, καλό είναι τα πιόνια της παράταξής του να βρίσκονται σε αντίθετα τετράγωνα από το χρώμα του .

Σε μερικές περιπτώσεις (εξαιρέσεις) είναι δυνατόν η υπεροχή του αξιωματικού να αποδειχθεί σε θέσεις και με κεντρικά πιόνια, υπό τον όρο ότι αυτά δεν τον ενοχλούν, δηλαδή τα δικά του βρίσκονται σε αντίθετο χρώμα, ενώ του αντιπάλου στο δικό του.

Η υπεροχή του αξιωματικού εναντίον του ίππου μπορεί να χρησιμεύσει ( αποδειχθεί) σε δύο κύριες καταστάσεις:

Α .Στο μέσον της παρτίδας, ο αξιωματικός μπορεί να βοηθήσει δημιουργώντας επιθετική πρωτοβουλία ενάντια στον αντίπαλο βασιλιά, είτε σε άλλο επιθυμητό σημείο της σκακιέρας.

Β.Στο φινάλε, ο αξιωματικός, λόγω της ιδιαιτερότητάς του να ελέγχει περισσότερα τετράγωνα από απόσταση, αποδεικνύεται πανίσχυρος, ειδικά όταν υπάρχουν ελεύθερα πιόνια και από τις δύο παρατάξεις. Επίσης μπορεί να «κερδίσει» κίνηση, δηλαδή να εξαναγκάσει τον αντίπαλο ίππο σε τσούγκτσβανγκ, ένα στοιχείο αποφασιστικό στα περισσότερα φινάλε.

Στις περισσότερες ευνοϊκές για τον αξιωματικό θέσεις, η κατοχή του δεν προσφέρει οπωσδήποτε τη νίκη, είναι όμως ένα χρήσιμο στοιχείο για τη διεκδίκησή της.

Από το βιβλίο του Στράτου Γρίβα "Σκακιστική Προπόνηση"

Ο καθορισμός της έννοιας της κερδισμένης θέσης είναι απλός: το αποτέλεσμα της παρτίδας είναι ελεγχόμενο και εξαρτάται από αυτόν που την έχει. Δηλαδή, οι κινήσεις του θα καθορίσουν αν θα την εκμεταλλευτεί σωστά (νίκη) ή αν θα την απολέσει μερικώς (ισοπαλία) ή ολικώς (ήττα). Ο αντίπαλος δεν έχει λόγο στα δρώμενα, υπό την έννοια της άμεσης συμμετοχής στον καθορισμό του αποτελέσματος, αλλά μόνο την υποχρέωση της σθεναρής αντίστασης.

Ο κάθε σκακιστής έχει να παρουσιάσει αρκετές παρτίδες όπου δεν εκμεταλλεύτηκε με το σωστό τρόπο την κερδισμένη θέση που απέκτησε είτε έπειτα από εξαιρετικό σχεδιασμό είτε, απλά, έπειτα από τραγικά λάθη του αντιπάλου. Τότε ίσως να συνειδητοποίησε ότι η μετατροπή της κερδισμένης θέσης σε νίκη δεν είναι τόσο απλή υπόθεση .

Όπως σε όλα τα θέματα που έχουμε αναλύσει, έτσι και σε αυτό υπάρχουν χρυσοί κανόνες που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας και να ακολουθούμε σχεδόν ευλαβικά.

Α. Σταθεροποίηση πλεονεκτήματος: Το πλεονέκτη μα πρέπει να διατηρείται σταθερό ή και να αυξάνεται. Σε μία στρατηγικά κερδισμένη θέση, δεν είναι υποχρεωτικό το «κυνήγι» κάποιου μικρού υλικού με ταυτόχρονη παραχώρηση των πλεονεκτημάτων της. Η αύξηση της πίεσης και του ελέγχου πρέπει να είναι το πρώτο μέλημά μας.

Β. Έλεγχος αντίπαλου αντιπαιχνιδιού: Πρέπει να μη δίνουμε στον αντίπαλο δυνατότητες απελευθέρωσης της θέσης του. Αν δεν ξέρουμε πώς να συνεχίσουμε, άμεσα, διαλέγουμε μερικές «χρήσιμες» κινήσεις, περιμένοντας τη σωστή ευκαιρία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι πιο εύκολο να χειριζόμαστε μία κερδισμένη παρά μία χαμένη θέση! Υπομονή και επιμονή είναι τα βασικά στοιχεία εκμετάλλευσης της κερδισμένης θέσης.

Εάν θελήσουμε να προχωρήσουμε σε τακτικά θέματα, με στόχο υλικό ή επιπλέον στρατηγικό κέρδος, πρέπει πάντα να αξιολογούμε το βαθμό αντιπαιχνιδιού που έχουμε δώσει στον αντίπαλό μας. Αν καταλήξουμε ότι υπάρχει έστω και κάποιο ελάχιστο, τότε μάλλον θα έχουμε προχωρήσει σε αχρείαστες καταστάσεις. Αν ο αντίπαλος μας θυσιάσει υλικό για να αποκτήσει αντιπαιχνίδι, αναλύουμε πάντα τη δυνατότητα να μην το δεχτούμε και να συνεχίσουμε την πίεση μας ή, αν είμαστε υποχρεωμένοι να το δεχτούμε, εξετάζουμε τη δυνατότητα επιστροφής του (μερικής ή ολικής), καταστρέφοντας εντελώς το όποιο αντιπαιχνίδι του.

Γ. Αποφυγή άσκοπων περιπλοκών: Φυσικά, ο κανόνας αυτός δεν αναφέρεται σε περιπλοκές που είναι δυνατόν να καθορίσουν άμεσα και θετικά το αποτέλεσμα. Σε γενικές γραμμές, είναι καλύτερο να αποφεύγουμε τις περιπλοκές σε μία κερδισμένη θέση. Αν είμαστε όμως υποχρεωμένοι να τις ακολουθήσουμε, τότε τις εξετάζουμε ιδιαιτέρως προσεκτικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο αντίπαλος μας δεν έχει τίποτα πια να χάσει και είναι φυσικό να επιθυμεί τις περιπλοκές, που σίγουρα θα του δώσουν περισσότερες δυνατότητες από αυτές που θα είχε με παθητική άμυνα.

Δ. Ψυχολογικός τομέας: Ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δώσουμε στον ψυχολογικό τομέα. Πολλοί σκακιστές έχουν την κακή συνήθεια, μόλις βγάλουν μία κερδισμένη θέση, να χαλαρώνουν και να περιμένουν από τη θέση τους να κερδίσει μόνη της! Ένα σοβαρό λάθος, καθώς η παρτίδα δεν έχει τελειώσει ακόμα και συνεπώς πρέπει να προσπαθούμε με την ίδια (ή ίσως και περισσότερη! ) αμείωτη ένταση όπως και πριν. Το πλεονέκτημά μας έγκειται μόνο στο γεγονός ότι εμείς πλέον καθορίζουμε το αποτέλεσμα της παρτίδας.

Από το βιβλίο του Στράτου Γρίβα "Σκακιστική Προπόνηση"

Όπως και το προηγούμενο στρατηγικό στοιχείο που αναλύσαμε (αξιωματικός εναντίον ίππου), έτσι και το στρατηγικό στοιχείο του καλού ίππου εναντίον του κακού αξιωματικού χαρακτηρίζεται από την τοποθέτηση των πιονοδομών και των δύο παρατάξεων.

Η ύπαρξη κεντρικών πιονιών (ειδικά όταν αυτά είναι τοποθετημένα στο χρώμα του αξιωματικού) κατ' αρχήν ευνοεί τον ίππο, καθώς μειώνει την ακτίνα δράσης του αξιωματικού . Εάν μάλιστα οι πιονοδομές έχουν κατά βάση σταθεροποιηθεί και υπάρχουν ισχυρά (αδύνατα) τετράγωνα στη σκακιέρα, η υπεροχή του ίππου αυξάνεται, καθώς (όπως έχουμε ήδη αναφέρει σε προηγούμενο κεφάλαιο) ο ίππος είναι καλύτερο κομμάτι κατάληψης ισχυρών τετραγώνων.

Ο ίππος είναι ένα πολύ ευέλικτο κομμάτι, το οποίο μπορεί να μετακινηθεί σε οποιοδήποτε τετράγωνο της σκακιέρας, αλλά ο έλεγχος που ασκεί είναι περιορισμένος σε λίγα μόνο τετράγωνα. Συνεπώς, το κλειστό κέντρο ή οι πιονοδομές σε μία πτέρυγα τον ευνοούν σημαντικά και τον ανακηρύσσουν σε καλύτερο κομμάτι από τον αξιωματικό, καθώς ο τελευταίος έχει μεγαλύτερη ακτίνα δράσης, αλλά περιορίζεται στη μετακίνησή του, στα μισά τετράγωνα της σκακιέρας. Με βάση τα παραπάνω, μπορούμε να καθορίσουμε την υπεροχή του ίππου εναντίον του αξιωματικού ως απόρροια των πιονοδομών και ειδικά όταν το κέντρο είναι κλειστό ή όταν υπάρχουν σταθεροποιημένες δομές πιονιών (στο χρώμα του αξιωματικού) ή τέλος, όταν υπάρχουν πιόνια μόνο σε μία πτέρυγα.

Αν και συνήθως η υπεροχή του ίππου γίνεται εμφανής στο φινάλε, υπάρχουν πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν την υπεροχή του και στο μέσον της παρτίδας (πάντα με τις προϋποθέσεις που αναφέραμε). Το μυστικό για να καθορίσουμε με ακρίβεια την υπεροχή του ελαφρού κομματιού είναι η συνολική κατάσταση της υπάρχουσας πιοvοδομής.

Από το βιβλίο του Στράτου Γρίβα "Σκακιστική Προπόνηση"

 

 

Είναι φυσιολογικό φαινόμενο για ένα σκακιστή να βρεθεί και σε χαμένη θέση. Σε αντίθεση με το προηγούμενο κεφάλαιο, σε αυτή την περίπτωση ο έλεγχος της θέσης ανήκει στον αντίπαλο και η συμμετοχή του σκακιστή με τη χαμένη θέση περιορίζεται σε άλλες υποχρεώσεις.

Η χαμένη θέση είναι μία φάση της παρτίδας την οποία οι περισσότεροι σκακιστές αρνούνται να δεχτούν ως γεγονός, με αποτέλεσμα να μην οργανώνουν αποτελεσματική αντίσταση παρά μόνο όταν πλέον είναι αργά. Συνεπώς, το πρώτο βήμα για να αντιδράσουμε σε μία χαμένη θέση είναι η αντικειμενική αποδοχή της, βάση των στρατηγικών και τακτικών στοιχείων της θέσης. Με λίγα λόγια, η σωστή και αντικειμενική εκτίμηση της θέσης μας, όσο και αν αυτό καταλήγει σε μειονέκτημά μας, που φυσικά δύσκολα γίνεται «αποδεκτό».

Η σωστή, αποτελεσματική «διαχείριση» μίας χαμένης θέσης, διέπεται από την αρχή του «ευρηματικού παιχνιδιού». Με την έννοια αυτή εννοούμε την επέκταση του πεδίου των κινήσεων που λαμβάνονται υπόψη, εξετάζοντας κινήσεις που δε θα διαλέγαμε κατά την κανονική πορεία μίας παρτίδας. Περιλαμβάνει κινήσεις αντίθετες στη «λογική» της θέσης, θυσία υλικού με σκοπό το πέρασμα σε δύσκολα αλλά με πολλές αμυντικές δυνατότητες φινάλε, και άλλες αντιδράσεις σε θέσεις με στρατηγικό ή υλικό μειονέκτημα.

Άλλωστε, η πλευρά που έχει «φορτωθεί» τη χαμένη θέση πρακτικά δεν έχει τίποτα να χάσει! Η «υποχρέωση» της νίκης έχει περάσει στην πλευρά που υπερέχει και αποζητά απεγνωσμένα «το τέλος», χωρίς να «αποδέχεται» την έννοια του ρίσκου. Υποχρέωση της πλευράς που μειονεκτεί είναι να μην παραδοθεί και να παλέψει, με την έννοια της συνεχούς υποβολής προβλημάτων στον αντίπαλο . Η ήττα φυσικά είναι το πιο πιθανό αποτέλεσμα, αφού η θέση είναι χαμένη, όμως υπάρχει η υποχρέωση της μάχης και όχι η άνευ όρων παράδοση.

Από το βιβλίο του Στράτου Γρίβα "Σκακιστική Προπόνηση"